Table of Contents Table of Contents
Previous Page  82 / 106 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 82 / 106 Next Page
Page Background

ΔΕΕ

82

τ.

140

/2020

αρχές αυτές οφείλουν να εκτιμούν, βάσει

αντικειμενικών, αξιόπιστων, συγκεκριμέ-

νων και δεόντως ενημερωμένων στοιχεί-

ων και υπό το πρίσμα του επιπέδου προ-

στασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων

που διασφαλίζεται από το δίκαιο της Ένω-

σης, εάν όντως υφίστανται ελλείψεις.

Ο κίνδυνος αυτός πρέπει να εκτιμάται αφού

δοθεί στον αιτούντα η ευκαιρία να παρου-

σιάσει όλα τα στοιχεία, ιδίως προσωπικού

χαρακτήρα, που μπορούν να επιβεβαιώ-

σουν την ύπαρξη του σχετικού κινδύνου.

Θα ήταν μη συμβατό προς την πρακτική

αποτελεσματικότητα της σχετικής ενωσια-

κής νομοθεσίας το να μπορεί το δικαστήριο

που επιλαμβάνεται της προσφυγής να επι-

κυρώσει απόφαση η οποία ελήφθη από την

αποφαινόμενη αρχή κατά παράβαση της

υποχρέωσής της να παράσχει στον αιτού-

ντα τη δυνατότητα προσωπικής συνέντευ-

ξης επί της αίτησής του διεθνούς προστα-

σίας, χωρίς να προβεί το ίδιο στην ακρόαση

του αιτούντος, τηρώντας τις προϋποθέσεις

και τις θεμελιώδεις εγγυήσεις που έχουν

εφαρμογή στη συγκεκριμένη περίπτωση.

Ελλείψει τέτοιας ακρόασης, το δικαίωμα

του αιτούντος σε προσωπική συνέντευ-

ξη υπό συνθήκες που διασφαλίζουν δεό-

ντως την εμπιστευτικότητα και του παρέ-

χουν τη δυνατότητα να εκθέσει το σύνολο

των λόγων της αίτησής του, συμπεριλαμ-

βανομένων των στοιχείων που συνηγο-

ρούν υπέρ του παραδεκτού αυτής, δεν θα

διασφαλιζόταν σε κανένα στάδιο της διαδι-

κασίας ασύλου, πράγμα που θα εκμηδένι-

ζε μια εγγύηση την οποία ο νομοθέτης της

Ένωσης έκρινε θεμελιώδη στο πλαίσιο της

διαδικασίας αυτής.

Κοινή εξωτερική πολιτική και

πολιτική ασφάλειας

Υπόθεση Τ-186/2019, απόφ. 8.7.2020:

Khaled Zubedi κατά του Συμβουλίου

Ο προσφεύγων Khaled Zubedi είναι επι-

χειρηματίας με συριακή ιθαγένεια ο οποίος

ασκεί εμπορική δραστηριότητα στον τομέα

των ακινήτων. Στις 12 Οκτωβρίου 2015, το

Συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση (ΚΕΠ-

ΠΑ) 2015/1836, κατά την αιτιολογική σκέ-

ψη 6 της οποίας, εκτιμά ότι, λόγω του στε-

νού ελέγχου της οικονομίας που ασκεί το

συριακό καθεστώς, ένας περιορισμένος

κύκλος επιχειρηματιών που δραστηριο-

ποιούνται στη Συρία είναι σε θέση να δια-

τηρεί τη θέση του αποκλειστικά λόγω της

στενής σχέσης και στήριξης που λαμβά-

νει από το καθεστώς και της επιρροής που

ασκεί εντός αυτού. Συνεπώς, θα πρέπει να

προβλέψει περιοριστικά μέτρα επιβάλλο-

ντας περιορισμούς εισόδου και δεσμεύ-

οντας όλα τα κεφάλαια και τους οικονο-

μικούς πόρους που ανήκουν, βρίσκονται

στην κατοχή ή ελέγχονται από τους εν

λόγω εξέχοντες επιχειρηματίες που δρα-

στηριοποιούνται στη Συρία, ώστε να μην

τους δίνεται η δυνατότητα παροχής υλικής

ή οικονομικής στήριξης στο καθεστώς,

και, μέσω της επιρροής τους, να αυξηθεί

η πίεση που ασκείται στο ίδιο το καθεστώς

προκειμένου να μεταβάλει τις κατασταλ-

τικές πολιτικές του. Με βάση αυτά τα κρι-

τήρια καταχωρίσθηκε το όνομα του προ-

σφεύγοντος στους επίμαχους καταλόγους.

Το Γενικό Δικαστήριο έχει κρίνει ότι από το

κριτήριο σχετικά με την ιδιότητα του «εξέ-

χοντος επιχειρηματία που δραστηριοποιεί-

ται στη Συρία» μπορεί να συναχθεί μαχητό

τεκμήριο περί σχέσεως με το συριακό κα-

θεστώς. Το τεκμήριο αυτό έχει εφαρμογή

σε περίπτωση κατά την οποία το Συμβού-

λιο κατορθώσει να αποδείξει την επιρ-

ροή που δύναται να ασκήσει επιχειρημα-

τίας στο εν λόγω καθεστώς, εκ της οποίας

τεκμαίρεται η ύπαρξη σχέσεως μεταξύ του

συγκεκριμένου προσώπου και του συρια-

κού καθεστώτος. Η εκ μέρους του Γενι-

κού Δικαστηρίου τήρηση των κανόνων

περί του βάρους αποδείξεως και της διε-

ξαγωγής αποδείξεων στον τομέα των πε-

ριοριστικών μέτρων προϋποθέτει ότι το

Γενικό Δικαστήριο τηρεί την αρχή, κατά

την οποία, κατ’ ουσίαν, το θεσμικό όργανο

φέρει το βάρος αποδείξεως σε περίπτω-

ση αμφισβητήσεως του βασίμου των λό-

γων καταχωρίσεως. Κατά συνέπεια, δεν

μπορεί να απαιτηθεί από τον προσφεύγο-

ντα υπέρμετρα υψηλός βαθμός αποδείξε-

ως προκειμένου να ανατρέψει το τεκμήριο

περί σχέσεως με το συριακό καθεστώς.

Πρέπει να γίνεται δεκτό ότι ο προσφεύγων

ανατρέπει το συγκεκριμένο τεκμήριο, ε-

φόσον προβάλλει επιχειρήματα δυνάμενα

να κλονίσουν σοβαρά την αξιοπιστία των

αποδεικτικών στοιχείων που προσκόμισε

το Συμβούλιο ή την εκ μέρους του τελευ-

ταίου εκτίμηση. Εν προκειμένω, ωστόσο,

ο προσφεύγων δεν κατόρθωσε να ανατρέ-

ψει το τεκμήριο περί σχέσεως με το συρι-

ακό καθεστώς και το Γενικό Δικαστήριο

απέρριψε την προσφυγή.

Περιβάλλον - Προστασία αγρίων

ειδών

Υπόθεση C-88/2019, απόφ. 11.6.2020:

Alianţa pentru combaterea abuzurilor

κατά ΤΜ

κ.λπ

. (προδικαστική παραπομπή)

Στην απόφασή το Δικαστήριο αποφάνθη-

κε σχετικά με το εδαφικό πεδίο εφαρμο-

γής του συστήματος αυστηρής προστασίας

ορισμένων ειδών ζώων που προβλέπεται

στο άρθρο 12 παράγραφος 1 της Οδηγίας

92/43(ΕΚ) σχετικά με τη διατήρηση των

φυσικών οικοτόπων και της άγριας πανί-

δας και χλωρίδας. Συναφώς, το Δικαστή-

ριο επιβεβαίωσε ότι αυτό το σύστημα αυ-

στηρής προστασίας που θεσπίστηκε για τα

είδη που απαριθμούνται στο στοιχείο α)

του παραρτήματος IV της εν λόγω οδηγί-

ας, όπως ο λύκος, ισχύει επίσης για ζώα

που αφήνουν το φυσικό τους περιβάλλον

και καταφτάνουν σε ανθρώπινους οικι-

σμούς. Το ιστορικό της υπόθεσης ξεκινά το

2016, οι υπάλληλοι μιας οργάνωσης προ-

στασίας των ζώων, συνοδευόμενοι από

έναν κτηνίατρο, συνέλαβαν και μετεγκα-

τέστησαν, χωρίς προηγούμενη άδεια, έναν

λύκο που είχε βρεθεί στην ιδιοκτησία ενός

κατοίκου ενός χωριού που βρίσκεται ανά-

μεσα σε δύο σημαντικές τοποθεσίες της

ρουμανικής υπαίθρου που προστατεύο-

νται από την οδηγία για οικοτόπους. Η με-

τεγκατάσταση του λύκου σε ένα φυσικό

καταφύγιο, ωστόσο, δεν πήγε σύμφωνα

με το σχέδιο, καθώς ο λύκος (όπως συνη-

θίζουν τα άγρια ζώα) κατάφερε να δραπε-

τεύσει σε ένα κοντινό δάσος. Στη συνέχεια

κατατέθηκε μήνυση και ξεκίνησε ποινι-

κή διαδικασία για αδικήματα που σχετίζο-

νται με ανασφαλή σύλληψη και άνευ αδεί-

ας (και σχεδιασμού) μετεγκατάσταση ενός

άγριου είδους. Στο πλαίσιο αυτών των ποι-

νικών διαδικασιών, το αιτούν δικαστήριο

διατύπωσε προδικαστικό ερώτημα σχετι-

κά με το εάν οι διατάξεις περί προστασίας

που περιλαμβάνονται στην οδηγία για τους

οικοτόπους εφαρμόζονται στη σύλληψη

άγριων λύκων στα περίχωρα μιας πόλης ή

στο έδαφος μιας τοπικής αρχής. Η απάντη-

ση του Δικαστηρίου ήταν καταφατική.